ΟΙ ΓΑΜΟΙ ΤΗΣ ΥΔΡΟΧΑΡΗΣ ΒΑΛΛΙΣΝΕΡΙΑΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΤΗΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ
Η Βαλλισνέρια είναι μια πόα αρκετά ασήμαντη, που δεν έχει τίποτα από την εξωτική χάρη του νούφαρου ή μερικών υποβρυχίων πολυτριχιών. Αλλά θα λέγαμε πως η φύση θέλησε να διασκεδάσει φορτώνοντάς την με μια ωραία ιδέα.
Όλη του τη ζωή την περνάει το μικρό φυτό στο βυθό του νερού, μέσα σ' ένα μισο-ύπνο, ως την ώρα του γάμου, όταν ποθήσει μια καινούργια ζωή. Τότε το θηλυκό άνθος ξεδιπλώνει αργά τη μακριά σπείρα του μίσχου του, ανεβαίνει, αναδύεται, και απλώνεται στην επιφάνεια του τέλματος.
Από μια γειτονική κοίτη, τ’αρσενικά λουλούδια, που κοιτάζουν το θηλυκό διαμέσου του ηλιοφώτιστου νερού, ορθώνονται κι αυτά, γεμάτα ελπίδα, προς εκείνο που σαλεύει, τους περιμένει, τους προσκαλεί σ' ένα κόσμο μαγικό. Αλλά, φτάνοντας στα μισά του δρόμου, νιώθουν να τους σταματούν βάσανα: ο μίσχος τους, που είναι η ζωή τους, είναι πολύ κοντός. Δεν θα φτάσουν ποτέ στο βασίλειο του φωτός, όπου μονάχα εκεί μπορεί να συντελεστεί η ένωση των στημόνων και του ύπερου.
Αυτό μέσα στη φύση είναι απροσεξία ή σκληρότατη δοκιμασία; Φανταστείτε το δράμα αυτού του πόθου, το ακατανόητο που τον προσβάλλει, τη διαφανή αναγκαιότητα, το ακατόρθωτο χωρίς ορατό εμπόδιο!..
Θα ήταν άλυτο και το δικό μας δράμα πάνω σ' αυτή τη γη, αλλά να που ανακατεύεται ένα απρόσμενο στοιχείο. Τ'αρσενικά είχαν την προαίσθηση, μήπως, της αποτυχίας τους; Πάντοτε κουβαλούν μέσα στην καρδιά τους μια αμπούλα αέρα, όπως κλείνει κανείς στην καρδιά του μια σκέψη απέλπιδας απολύτρωσης. Θα λέγαμε, διστάζουν μια στιγμή. Έπειτα, με μια μεγαλόπρεπη προσπάθεια –την πιο υπερφυσική απ' όσες γνωρίζω στα πεπρωμένα των εντόμων και των ανθέων- για να φτάσουν μέχρι την ευτυχία, κόβουν αποφασιστικά το μέσο που τους κρατά στη ζωή. Αποσπάζονται από το μίσχο τους, και με απαράμιλλη ορμή, ανάμεσα στις μαργαριταρένιες φουσκαλίδες, τα πέταλα τους έρχονται να ξανοίξουν στην υδάτινη επιφάνεια. Λαβωμένα θανάσιμα, μα στραφταλιστά και λεύτερα, πλένε μια στιγμή δίπλα στις ξένοιαστες αρραβωνιαστικιές τους· το σμίξιμο τελείωσε, και μετά οι θυσιασμένοι πηγαίνουν να σβήσουν στην όχθη, ενώ η σύζυγος, μητέρα πια, κλείνει τον κάλυκα της, όπου ζει η τελευταία πνοή του πατέρα, τυλίγει το μίσχο της και ξανά κατεβαίνει στα βάθη για να κυοφορήσει τον καρπό του ηρωικού φιλήματος.
Μακράκη Σοφία (Από το βιβλίο "Η Νοημοσύνη των φυτών" του Μωρίς Μαίτερλινγκ, Εκδόσεις Χατζηνικολή)