Του Howard Moore
Το παρακάτω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο «The New Ethics»
το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Λονδίνο το 1907.
Οι κάτοικοι της γης δεσμεύονται ο ένας στον άλλο από τους δεσμούς και τις υποχρεώσεις μιας κοινής συγγένειας. Ο άνθρωπος είναι απλά ένα πλάσμα ανάμεσα σε μια σειρά αισθανόμενων πλασμάτων, που διαφέρουν σε βαθμό αλλά όχι σε είδος, από τα πλάσματα κάτω, πάνω και γύρω από αυτόν. Ο Μεγάλος Νόμος – ΚΑΝΕ ΣΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΟΤΙ ΘΑ ΕΚΑΝΕΣ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ – είναι ένας κανόνας εφαρμόσιμος όχι μόνο για Άριους, αλλά για όλους τους ανθρώπους· και όχι μόνο για τους ανθρώπους, αλλά για όλα τα πλάσματα. Υπάρχει η ίδια υποχρέωση για κάποιον να ενεργήσει προς έναν Γερμανό, έναν Ιάπωνα, ή έναν Φιλιππινέζο, όπως ενεργεί προς τον εαυτό του, όπως πρέπει να ενεργεί με τον ίδιο τρόπο προς Αμερικανούς ή Άγγλους· και, επιπλέον, υπάρχει ο ίδιος λόγος για κάποιον να λειτουργήσει κατ’ αυτό τον τρόπο προς τα άλογα, τις γάτες, τα σκυλιά, τα πουλιά, τα ψάρια, όπως πρέπει να ενεργήσει προς τους ανθρώπους. Ο περιορισμός της εφαρμογής αυτής της συμπεριλαμβάνουσας-τα-πάντα εντολής στα ανθρώπινα είδη είναι μια πρακτική που υπαγορεύεται απλώς από τον ανθρώπινο εγωισμό και τοπικισμό. Ο περιορισμός γίνεται, όχι επειδή είμαστε λογικοί, αλλά επειδή είμαστε μικροπρεπείς.
Πώς θα ήταν για κάποια άλλη ευδιάκριτη ομάδα κατοίκων ενός κόσμου, να αποκοπεί ηθικά από τους υπόλοιπους, παρατηρώντας στη συμπεριφορά τους του ενός προς τον άλλο το ΜΕΓΑΛΟ ΝΟΜΟ της κοινωνικής ευπρέπειας, αλλά αγνοώντας αυτό τον νόμο στη συμπεριφορά τους προς άλλους, και ενεργώντας προς όλους τους άλλους, αν και αυτοί οι άλλοι ήταν όπως και εκείνοι από κάθε ουσιαστική άποψη, σαν να μην έχουν κανένα από τα συνηθισμένα δικαιώματα και ευαισθησίες μιας κοινής συνείδησης; Είναι πιθανό ότι οι άνθρωποι θα αντιμετώπιζαν πολλές δυσκολίες στο να δουν σαφώς την αβασιμότητα μιας τέτοιας τοποθέτησης; Κι όμως θα ήταν εξίσου λογικό για οποιαδήποτε άλλη ομάδα ζώων να το κάνει αυτό, όπως είναι και για τους ανθρώπους. Οι φιλοσοφίες αυτού του κόσμου έχουν όλες πλαισιωθεί από, και προέλθει από τη σκοπιά του, ενός ενιαίου είδους, και ακόμα ρυθμίζονται και διατηρούνται προς όφελος αυτού του είδους. Ποια έντομα! Το εύρος της ανθρώπινης συμπόνοιας και κατανόησης είναι η καθολικότητα των τριζονιών που δεν βλέπουν ποτέ πέρα από τους διαχωριστικούς φράχτες που δέσμευσαν το μικρό λιβάδι στο οποίο τραγουδούν για όλη τους τη ζωή.
Η ηθική πρακτική και η κατανόηση είναι παντού φυλετικές και ανταγωνιστικές. Έχουν κληρονομηθεί, δεν ήταν αποτέλεσμα λόγου. Μας έχουν μεταβιβαστεί, δεν έχουν δημιουργηθεί από εμάς. Έχουν έρθει σχεδόν ως αποτέλεσμα της στρατιωτικής συνθήκης των πραγμάτων στη μέση της οποίας και σύμφωνα με την οποία η ζωή έχει αναπτυχθεί στη γη.
Η ιδανική σύλληψη της κοινωνικής υποχρέωσης είναι μεγαλύτερη από την οικογένεια και τους φίλους, μεγαλύτερη από την πόλη και το κράτος στα οποία τυγχάνει να γεννιέται και να μεγαλώνει κάποιος, μεγαλύτερη από τα είδη, μεγαλύτερη ακόμα και από τον ιδιαίτερο κόσμο του οποίου κάποιος είναι ένοικος. Δεν υπάρχουν ξένοι πουθενά, ούτε καν στην κόλαση, για το πλάσμα που είναι ηθικά τόσο μεγάλος όσο οφείλει να είναι – μόνο αδέλφια. Η καθολική καρδιά βγαίνει στην τρυφερότητα πέρα από όλα τα όρια σχήματος και χρώματος και αρχιτεκτονικής και ατυχήματος της γέννησης – και βρίσκεται σε κάθε μέρος όπου ριγεί μια ζωντανή ψυχή. Ο Μεγάλος Νόμος αφορά την ίαση και την παρηγοριά όλων. Η ηθική υποχρέωση είναι τόσο εκτενής όσο η δύναμη της αίσθησης. […]
Ο άνθρωπος έχει καθορίσει τον εαυτό του ως το «πρότυπο της δημιουργίας».
Αυτό είναι μια υπερεκτίμηση. Ο άνθρωπος δεν είναι ένα πρότυπο ζώο περισσότερο από όσο είναι το σύμπαν ένα πρότυπο σύμπαν. Και οι δύο είναι εξίσου μη πρότυπα, όπως θα έπρεπε να γνωρίζει οποιοσδήποτε έχει δυνατότητες κατανόησης που υπερβαίνουν τις αντίστοιχες ενός βρέφους.
Ο άνθρωπος είναι φανατικός, και στο πως αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και στην εκτίμησή του για την ανάλογη σπουδαιότητα του εαυτού του και των άλλων, είναι αληθινός στις αδυναμίες του είδους του. Αλλά, παραλείποντας συνολικά το ζήτημα του εάν ο άνθρωπος είναι το αριστούργημα του σύμπαντος ή όχι, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε με τέλεια εμπιστοσύνη, και χωρίς φόβο αντίφασης, ότι εάν ο άνθρωπος είναι το πρότυπο του σύμπαντος, το σύμπαν είναι για κλάματα.
Η μεταχείριση του ανθρώπου προς τους συνανθρώπους του, και ειδικά η συμπεριφορά του προς τις μορφές ζωής που διαφέρουν ανατομικά από αυτόν, είναι τέτοια ώστε να τον χαρακτηρίζει ως οτιδήποτε εκτός από ιδανικό ζώο – σε οποιαδήποτε περίπτωση εκτός από την ψυχολογία των καπηλευτών, κάθε βαθμού.
Τα ανθρώπινα πλάσματα έχουν υπάρξει αρκετά τολμηρά και πολύ αφοσιωμένα το ένα στο άλλο για να εξελιχθούν στον κυρίαρχο της γης· αλλά αντί να αναγνωρίσουν τις ευθύνες τους και να μετατρέψουν τους εαυτούς τους σε διδάσκαλους για τις κατατροπωμένες φυλές, όπως θα έκανε μια ιδανική φυλή, έχουν γίνει οι χασάπηδες της οικουμένης. Αντί να γίνουν τα μοντέλα και οι διδάσκαλοι του κόσμου τον οποίο έχουν προσπεράσει, και να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τις ελαττωματικές φύσεις, και να καθοδηγήσουν τα δύστροπα πόδια αυτών με τη βοήθεια των οποίων έχουν ανυψωθεί προς τη διάκριση, έχουν γίνει κολοσσιαίοι σχολαστικιστές, ανακηρύσσοντας τους εαυτούς τους ως τους χαϊδεμένους και τους ξεχωριστούς της δημιουργίας, και διδάσκουν μεταξύ τους ότι οι άλλες φυλές είναι απλώς πράγματα για να γεμίζουν τα λιβάδια και τα χόμπι τους. Κηρύσσουν ότι αυτή είναι η ιδανική σχέση για τα κοντινά τους πλάσματα για να δρουν το ένα απέναντι στο άλλο, με τον τρόπο που ο ίδιος ο άνθρωπος θα επιθυμούσε να ενεργούν οι άλλοι προς αυτόν. Αυτό το ιδανικό της κοινωνικής ορθότητας ανακαλύφθηκε δύο ή τρεις χιλιάδες χρόνια πριν, και διδάσκεται από τους σοφούς του είδους από τότε. Αλλά στην εφαρμογή αυτού του κανόνα τα ανθρώπινα πλάσματα τον περιορίζουν υποκριτικά στα μέλη του είδους τους. Κανένας μη άνθρωπος δεν είναι αρκετά αθώος, ή αρκετά ευαίσθητος, ευφυής, ή όμορφος, για να απαλλαχτεί από τα πιο τρομακτικά λάθη, εάν με αυτά τα λάθη η ανθρώπινη άνεση, περιέργεια, ή ο ελεύθερος χρόνος εξυπηρετούνται με κάποιο τρόπο. Η ευτυχία μας, και αυτή του είδους μας, υποτίθεται πως είναι τόσο προεξέχουσα που θυσιάζουμε χωρίς διστακτικότητα τα πιο ιερά ενδιαφέροντα των άλλων, με σκοπό να μπορούν τα δικά μας να μας παρέχονται άνετα. Ακόμη και για ένα δόντι ή ένα φτερό που θα φορεθεί για την ανθρώπινη ματαιοδοξία, δάση σβήνουν και κοινότητες ρυπαίνονται από τα πτώματα. Τα πανέμορφα πλάσματα που γεμίζουν τα άλση με το τραγούδι και τη νεανικότητα τους εξαναγκάζονται να ξαπλώσουν άψυχα και ατημέλητα μπροστά στην πρωτοκαθεδρία των ασυνείδητων ανόητων. […]
Κοιτάξτε τις σκηνές που συναντούμε στις μεγάλες πόλεις μας! Είναι επαρκείς για να τρομάξουν οποιαδήποτε ύπαρξη αρκετά ευαίσθητη στα βάσανα άλλων που θεωρείται εκπολιτισμένη κατά το ένα της πέμπτο. Ένας στρατός χασάπηδων που στέκονται στο αίμα βαθιά μέχρι τον αστράγαλο και βυθίζουν μεγάλα μαχαίρια, σε ζωντανά πλάσματα που σπαρταράνε και ουρλιάζουν· αβοήθητοι χοίροι που αιωρούνται από αυτούς που παύουν την ανάπτυξη τους με το αίμα τους να αναβλύζει από τις κομμένες τους καρωτίδες· ανυποψίαστα βόδια με τα έμπιστα μάτια τους να κοιτάζουν το τσεκούρι και μια στιγμή αργότερα είναι χτυπιούνται ξαπλωμένα κάτω από τον ανηλεή του ήχο· μια ατμόσφαιρα στο αέναο δουρβάνι με τα βογγητά και τις κραυγές αυτών που πεθαίνουν· οι δρόμοι γεμίζουν με απόμπευτες κηδείες· νεκρά σώματα κρέμονται από τους γάντζους της πώλησης ή βρίσκονται τεμαχισμένα στα αντίστοιχα σημεία· άνδρες και γυναίκες που πηγαίνουν για προσευχή και κήρυγμα, και κάθονται δύο ή τρεις φορές τη μέρα και εφορμούν στα πεταμένα υπολείμματα κάποιου φτωχού πλάσματος που σφαγιάστηκε για αυτούς από τα αναίσθητα χέρια κάποιου πληρωμένου μαχαιροβγάλτη – τέτοια είναι τα θεάματα σε όλους τους δρόμους μας και στους χώρους συγκέντρωσης ζώων, και τέτοια είναι τα εγκλήματα που διαπράττονται μέρα με τη μέρα από τους χριστιανούς κανιβάλους στον ανυπεράσπιστους άλαλους αυτού του κόσμου.
Ω, αυτοί οι σκοτωμοί, σκοτωμοί, σκοτωμοί – αυτή η απαίσια, ασταμάτητη, παγκόσμια σφαγή! Τι κόσμος! «Ιδανικός»; – και «τέλειος»; – και «πάνσοφος»; Σίγουρα – στις τίγρεις, στους κλέφτες και στους κοιμισμένους ανθρώπους· αλλά για όλους τους άλλους είναι απλά τερατώδης.
Δεν είμαστε τίποτα αλλά παρά άγριοι απατεώνες – αυτή είναι η ουσία εν ολίγοις – που στις ζωές που διάγουμε, η ανθρωπιά προς τους συνανθρώπους μας μπορεί να κυμαίνεται από το ένα δέκατο έως τα δύο τρίτα κόσμια, αλλά σχεδόν απολύτως άγριοι στη μεταχείρισή μας απέναντι στους μη ανθρώπους. Ένα πλάσμα που μπορεί να κοιτάζει τα σπαρακτικά γεγονότα που γεμίζουν τις πόλεις του αποκαλούμενου πολιτισμού μας χωρίς να κλαίει έχει μια ψυχολογία αρκετά γρανιτική ώστε να κοιτάει ασυγκίνητος μια κόλαση ψημένων ψυχών.
Μόνο οι χώροι συγκέντρωσης και σφαγής ζώων του Σικάγο τεμαχίζουν κάθε χρόνο 4.500.000 αρνιά, 5.500.000 βοοειδή, 450.000 μοσχαράκια και 10.000.000 γουρούνια – 20.500.000 ζωντανά πλάσματα το χρόνο, με ένα μέσο όρο πάνω από 100 το λεπτό κάθε μέρα δεκάωρης εργασίας!
Τι άλεσμα! Απλά σκέψου το! Εσύ που δυσκολεύεσαι να αντιληφθείς τη ζωτικότητα, και που μένεις κενός και ήρεμος στην παρουσία των φρικτών γεγονότων που κανονικά θα έπρεπε να σου ανακατεύουν τα σωθικά και να κάνουν τις πέτρες δίπλα στα πόδια σου να σηκωθούν, απλά θυμήσου, καθώς πηγαίνεις στα καθημερινά σου καθήκοντα, οπουδήποτε κι αν είσαι και οτιδήποτε κι αν κάνεις, κάθε φορά που χτυπάει το ρολόι, από ένα τσεκούρι συνθλίβονται τα κεφάλια 6.500 αθώων, ευφυών και ιδιαίτερα ευαίσθητων πλασμάτων, και οι λαιμοί τους κόβονται, και παλεύουν, και ανατριχιάζουν, και βλέπουν τον κόσμο να εξαφανίζεται από τα μάτια τους, εδώ σε αυτά τα άθεα οστεοφυλάκια. Και θυμήσου, επίσης, ότι αυτή η τρομερή σφαγή συνεχίζεται ξανά, και ξανά, και ξανά, μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, χρόνο με το χρόνο.
«Για ποιο λόγο;» Γιατί, μη μου πεις! Έτσι ώστε οι άνδρες και οι γυναίκες να μπορούν να προσευχηθούν για έλεος, και να κηρύξουν το Χρυσό Κανόνα, και να θρηνήσουν την αδικία, με τις κοιλιές τους γεμάτες αίμα!
Θα ήθελα να διατηρήσω σεβασμό για τη θρησκεία της παιδικής μου ηλικίας, αλλά όταν βλέπω αυτή τη θρησκεία να κοιτάζει με αδιαφορία, ακόμα και με ελαφρότητα, μια αιμορραγία τόσο μεγάλη όσο οι ήπειροι, και φρικτή ακόμα και για τους «ειδωλολάτρες» – και όχι μόνο να κλείνει της κλείνει το μάτι, αλλά να απολογείται γι’ αυτό, και επίσης υποβιβάζει αυτές τις λίγες χειραφετημένες ψυχές που προσπαθούν να τη σταματήσουν – δεν μπορώ παρά να νιώσω πως μια τέτοια πίστη δεν έχει καμία δίκαιη αξίωση όταν ζητάει την αφοσίωση σκεπτόμενων ανθρώπων. «Δεν σε ντροπιάζει» φώναζε ο «ειδωλολάτρης» Πλούταρχος το ξημέρωμα, «να ανακατεύεις αίμα και δολοφονία με τα ευεργετικά φρούτα της Φύσης; Άλλα σαρκοφάγα καλείτε άγρια και αιμοσταγή – λιοντάρια, τίγρεις και φίδια – κι όμως εσείς οι ίδιοι έρχεστε πίσω από αυτά στη βαρβαρότητα ανεξαρτήτου είδους». Οι άνδρες και οι γυναίκες που είναι συμμέτοχοι στην ευθύνη για τα κοινά εγκλήματα του πολιτισμού μας, θα ήταν καλύτερα να σταματήσουν να δίνουν χρήματα για τους ιεραποστόλους και να αρχίσουν με τους εαυτούς τους· γιατί διαπράττουν κάθε μέρα της ζωής τους μεγαλύτερα εγκλήματα από ότι οι λεγόμενοι ειδωλολάτρες τους οποίους προσπαθούν να «βάλουν στο σωστό δρόμο» ονειρεύτηκαν ποτέ. Οι θεοί ας δείξουν έλεος σε αυτό τον κόσμο αν πρέπει να συνεχίσουμε ες αεί όπως πορευόμασταν στο παρελθόν – μια παγκοσμιότητα υπερφίαλων εγκληματιών!
Λέγεται πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ένας συνεπής ανθρωπιστής, επειδή είναι απαραίτητο για αυτόν να εκμεταλλεύεται άλλους με διάφορους τρόπους προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του.
Αυτή είναι η πιο κοινή ένσταση. … Είναι η πιο κοινή επειδή είναι η πιο εγωιστική. Τόσο προεξέχων είναι ο εγωισμός στην ανθρώπινη ψυχολογία και στις φιλοσοφίες που έχουν αναπηδήσει από αυτή τη ψυχολογία, που οι πιο φυσικές και πειστικές ενστάσεις σε οποιαδήποτε πρόταση είναι αυτές που παρακινούνται από, και είναι ελκυστικές στα, εγωιστικά ένστικτα. Η ερώτηση που προκύπτει στο μυαλό του συνηθισμένου ανθρώπου όταν του προτείνεται μια αλλαγή στις ρυθμίσεις του κόσμου δεν είναι ποια θα είναι η επίδραση της αλλαγής στον κόσμο, αλλά ποια θα είναι η επίδρασή της σε αυτόν – σε αυτή την αξιοπρόσεκτη μονάδα του σύμπαντος που με τόση ζήλια απομονώθηκε από το υπόλοιπο δέρμα του. Ο άνθρωπος είναι τόσο καιρό εξοικειωμένος με το αδιαφιλονίκητο προνόμιο της λεηλασίας, και έχει τόσο πολύ και τόσο έξοχα φανταστεί τον εαυτό του να είναι ό,τι υπάρχει στον κόσμο, που μια πρόταση που αρνείται αυτό το προνόμιο, όσο δίκαιη κι αν μπορεί να είναι αυτή η πρόταση από μια αμερόληπτη οπτική, αμέσως ταξινομείται ως ισχυρισμός κάποιου αλλόκοτου, και υποτίθεται πως είναι αδιάψευστα προδιατεθειμένο όταν φαίνεται πως ανακατεύεται με την ανθρώπινη άνεση ή ευχαρίστηση.